Αποκλειστική συνέντευξη του θρυλικού Ισπανού ποδηλάτη

30 Ιουνίου 2022

Ο Περίκο (Πέδρο) Ντελγάδο δεν είναι ένας τυχαίος – πρώην – ποδηλάτης. Από τους χιλιάδες αθλητές που έχουν πάρει μέρος στις 108 προηγούμενες διοργανώσεις του Γύρου Γαλλίας, ανήκει στο κλειστό κλαμπ των μόλις 65 εκλεκτών που έχουν κερδίσει τον συγκεκριμένο αγώνα στο παρελθόν. Με αφορμή την αυριανή (1/7/2022) εκκίνηση του 109ου Tour de France στη Δανία, το The Cycling Journal σας παρουσιάζει σήμερα μια αποκλειστική συνέντευξη με έναν από τους θρύλους της ισπανικής ποδηλασίας, έναν αθλητή που το όνομά του και το θέαμα έγιναν συνώνυμα στη διάρκεια της επαγγελματικής του καριέρας.
Ο Περίκο Ντελγάδο γεννήθηκε το 1960 στη Σεγκόβια της Ισπανίας και από μικρός ασχολήθηκε με το ποδήλατο. Μετά από αρκετά χρόνια στις μικρές ερασιτεχνικές κατηγορίες, το 1982 έγινε επαγγελματίας υπογράφοντας στην ισπανική Reynolds (η σημερινή Movistar) και πολύ γρήγορα ξεχώρισε τόσο για το ταλέντο του στις αναβάσεις, όσο και για τις εντυπωσιακές του επιθέσεις στα βουνά, χαρακτηριστικά που τον έκαναν πολύ δημοφιλή στους φιλάθλους. Παρέμεινε σε όλη την καριέρα του στη Reynolds (από το 1990 και μετά, Banesto), εκτός από την τριετία 1985-1987, όπου πρώτα φόρεσε τη φανέλα της ισπανικής Orbea (1985) και κατόπιν εκείνη της ολλανδικής PDM (1986-1987).
Από το 1982 μέχρι το 1994, έτρεξε σε 27 μεγάλους Γύρους, από τους οποίους ολοκλήρωσε τους 22 (11 Ισπανίας, 2 Ιταλίας και 9 Γαλλίας). Το 1985, με την ομάδα της Orbea, κατέκτησε τη γενική στη Vuelta, κάτι που επανέλαβε και το 1989, αυτή τη φορά με τη Reynolds. Στον Γύρο Ισπανίας κέρδισε συνολικά πέντε ετάπ. Όμως, παρά τις δυο νίκες του στη γενική του Γύρου της πατρίδας του, εκείνος που τον έκανε γνωστό σε όλο τον κόσμο, ήταν ο Γύρος Γαλλίας, στον οποίο στην τετραετία 1987-1990, κατέλαβε και τις τέσσερις πρώτες θέσεις στη γενική: 2ος το 1987, 1ος το 1988, 3ος το 1989 και 4ος το 1990 (με συνολικά τέσσερα κερδισμένα ετάπ).
Ο Περίκο Ντελγάδο με την κίτρινη φανέλα στο Tour de France του 1988. (Photo credits: Diario As)
Η πορεία του στο Tour είχε κυριολεκτικά απ’ όλα: τροφική δηλητηρίαση το 1983 μετά το 17ο ετάπ και απώλεια κάθε ελπίδας για το τελικό βάθρο ενώ ήταν 2ος στη γενική πίσω από τον Φινιόν, πτώση το 1984 σε μια κατηφόρα, σπασμένη κλείδα και εγκατάλειψη ενώ ήταν 5ος στη γενική, με τους Γάλλους δημοσιογράφους να του κολλάνε το παρατσούκλι “le Fou” (ο τρελός), το 1986 και ενώ ήταν 5ος στη γενική, πληροφορήθηκε τον θάνατο της μητέρας του από εγκεφαλικό και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει για να επιστρέψει στη Σεγκόβια για την κηδεία, αντιμετωπίζοντας μια άνευ προηγουμένου επίθεση από μερίδα του ισπανικού Τύπου για αυτή του την αποχώρηση (!).
Το 1987 φόρεσε για πρώτη φορά την κίτρινη φανέλα, αλλά την έχασε από την Στίβεν Ροτς στο χρονόμετρο του προτελευταίου ετάπ, το 1988 επιτέλους πήρε τη νίκη στα Ηλύσια Πεδία, αλλά πρώτα παραλίγο να αποβληθεί από τον αγώνα επειδή ανιχνεύτηκε στον οργανισμό του probenecid, όμως μπόρεσε να συνεχίσει επειδή η συγκεκριμένη ουσία δεν βρισκόταν στη λίστα των απαγορευμένων ουσιών της UCI, το 1989 μπερδεύτηκε στο ζέσταμα και ξεκίνησε τον πρόλογο στο Λουξεμβούργο με καθυστέρηση 2:40″, τερματίζοντας τελευταίος, κάτι που συνέβη για πρώτη και τελευταία φορά στην ιστορία του Tour σε αθλητή που την προηγούμενη χρονιά είχε κερδίσει τον αγώνα και το 1990 έτρεξε όλη την τρίτη εβδομάδα υποφέροντας από γαστρεντερίτιδα, ολοκληρώνοντας παρόλα αυτά τον Γύρο στην 4η θέση της γενικής.
Ο Ντελγάδο αποσύρθηκε το 1994 από την αγωνιστική δράση, μετρώντας συνολικά οκτώ παρουσίες σε βάθρα μεγάλων Γύρων: 5 στη Vuelta (δυο πρωτιές, μια δεύτερη και δυο τρίτες θέσεις) και 3 στο Tour (μια πρωτιά, μια δεύτερη και μια τρίτη θέση). Το καλύτερο πλασάρισμά του στο Giro ήταν η 7η θέση το 1988. Ένα ακόμα στατιστικό που δείχνει τη σταθερότητα αλλά και την ποιότητά του, είναι οι 18 παρουσίες μέσα στην πρώτη δεκάδα της γενικής, από τους 22 μεγάλους Γύρους που τερμάτισε. Σήμερα, ο Περίκο Ντελγάδο είναι σχολιαστής ποδηλασίας στην κρατική ισπανική τηλεόραση (TVE), ενώ συνεργάζεται και με την οργανωτική επιτροπή της Vuelta.
Μετά από αυτό το σύντομο βιογραφικό, ας περάσουμε τώρα στη συνέντευξη και στα όσα ενδιαφέροντα μας είπε: το Tour, ο Πογκάτσαρ και ο Ρόγκλιτς, η UCI και το World Tour, ο Φινιόν και ο Ινό, ο Κονταδόρ και ο Βαλβέρδε, ο Ιντουράιν και η Banesto, τα ποδήλατα του χρονομέτρου και το sterrato, οι ανηφορίστες του σήμερα και του χθες, ο Κάβεντις και η Quickstep, ο Μπερνάλ και η επιστροφή, οι Γύροι Γαλλίας του 1988 και του 1989 και πολλά ακόμα. Vamos Perico!
Ο Περίκο Ντελγάδο, νικητής του Γύρου Γαλλίας το 1988 στα Ηλύσια Πεδία της γαλλικής πρωτεύουσας. Αριστερά του, ο Γάλλος πρωθυπουργός Ζακ Σιράκ και δεξιά του, ο Ισπανός Υπουργός Παιδείας και Επιστημών Χαβιέρ Σολάνα (24/7/1988). (Photo credits: Diario As)
The Cycling Journal: Περίκο, λένε ότι αν ένας ποδηλάτης κατακτήσει το Giro ή τη Vuelta, γίνεται μεγάλος. Αλλά αν κατακτήσει το Tour, τότε γίνεται μέρος της “μυθολογίας” του αθλήματος. Εσύ, έχοντας κερδίσει το Tour του 1988, συμφωνείς με αυτή τη δήλωση;
Perico Delgado: Συμφωνώ απόλυτα, κερδίζοντας το Tour, μπαίνεις αυτόματα στη “μυθολογία” του αθλήματος, πολύ περισσότερο δε στη σύγχρονη εποχή, γιατί αν πάμε πιο πίσω, στη δεκαετία του ’60, το Tour και το Giro ήταν πολύ κοντά σε ό,τι αφορά το πρεστίζ. Όμως από τη δεκαετία του ’80 και μετά, ο Γύρος Γαλλίας κατάφερε να “ξεφύγει”, να αποκτήσει μια μοναδική σπουδαιότητα και να εξελιχθεί στον νούμερο ένα αγώνα της επαγγελματικής ποδηλασίας σε όλο τον κόσμο, κάτι που σήμερα πλέον δεν αμφισβητείται από κανέναν. Οπότε ναι, εκείνος που θα κερδίσει ένα Tour, θα κερδίσει και μια θέση στην ιστορία του αθλήματος.
TCJ: Έχουμε ζήσει εποχές, στις οποίες ένας ποδηλάτης κυριαρχούσε στο Tour, όπως ο Ιντουράιν στη δεκαετία του ’90 ή ο Φρουμ στην περασμένη δεκαετία. Πιστεύεις ότι ο Πογκάτσαρ μπορεί να γίνει σημείο αναφοράς στην τωρινή δεκαετία, κυριαρχώντας με τη σειρά του στον Γύρο Γαλλίας; Θεωρείς ότι μπορεί να ξεπεράσει το ρεκόρ των 5 TdF των Ανκετίλ, Μερξ, Ινό και Ιντουράιν;
PD: Οπωσδήποτε ναι. Με εντυπωσιάζει η απίστευτη δύναμή του, αλλά αυτό που θαυμάζω περισσότερο σε αυτόν τον αθλητή, είναι η νοοτροπία του. Είναι ένας ποδηλάτης που δεν αγχώνεται στον αγώνα. Όταν κερδίζεις ένα Tour και την επόμενη χρονιά είσαι ο αθλητής που όλοι θέλουν να νικήσουν, αυτό δημιουργεί μια φοβερή πίεση, την οποία όμως ο Πογκάτσαρ διαχειρίζεται με μια θαυμαστή ευκολία για την ηλικία του. Διαθέτει μια φρεσκάδα, την οποία ζηλεύουν όλοι οι αντίπαλοί του. Κάποιες φορές, η πίεση που νιώθεις, σου αλλάζει τον χαρακτήρα, μπορεί να κάνεις σωστή προετοιμασία, αλλά αποξενώνεσαι από την πραγματικότητα.
Ο Πογκάτσαρ δεν έχει δείξει τέτοια δείγματα και είμαι σίγουρος ότι θα γράψει ιστορία στο άθλημα. Πάντως δε δείχνει να τον απασχολεί μόνο ένα τρίτο Tour, αλλά θέλει να προσθέσει στη συλλογή του και τους άλλους δυο μεγάλους γύρους, ξεκινώντας φέτος από τη Vuelta, την οποία θα τρέξει για να κερδίσει. Και αν όχι του χρόνου, σίγουρα πολύ σύντομα, θα τρέξει και το Giro, ώστε να συμπληρώσει κάποια στιγμή το “τρίπτυχο” και να μπει στο ολιγομελές κλαμπ εκείνων των αθλητών που έχουν κερδίσει και τα τρία Grand Tours.
Ο Περίκο Ντελγάδο, εκτός από μεγάλος ανηφορίστας, ήταν και δεινός κατηφορίστας. Εδώ, με τη φανέλα της Reynolds. (προσωπικό αρχείο PD)
TCJ: Εσύ ως αθλητής, ήσουν ένας γεννημένος ανηφορίστας, από εκείνους που πάντα πρόσφεραν απλόχερα θέαμα. Στα τελευταία χρόνια βλέπουμε τις επιθέσεις από αυτού του τύπου τους αθλητές, να περιορίζονται όλο και περισσότερο. Οι σημερινοί ανηφορίστες δείχνουν να το σκέφτονται πολύ πριν επιτεθούν και συχνά προτιμούν να υπερασπιστούν τη θέση τους στη γενική από το να ρισκάρουν, φοβούμενοι ότι θα μπορούσαν να χάσουν τα “κεκτημένα”. Πώς εξηγείς αυτό το φαινόμενο;
PD: Πιστεύω ότι ένας ανηφορίστας κάνει πάντα επίθεση όταν μπορεί, ώστε να προκαλέσει πρόβλημα στους αντιπάλους του. Σίγουρα στη δική μου εποχή έπαιξε σημαντικό ρόλο η απουσία της ενδοεπικοινωνίας, ο αθλητής ήταν πιο ελεύθερος να επιτεθεί χωρίς να είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί συνεχώς τις εντολές από το αυτοκίνητο της ομάδας, έπαιρνε περισσότερα ρίσκα, εμπιστευόταν το ένστικτό του. Σήμερα, πριν επιτεθούν, ρωτάνε τον DS αν συμφωνεί, ζητάνε τη γνώμη του και αυτός, όπως είναι φυσικό, συχνά βάζει φρένο.
Ο ποδηλάτης μπορεί να νιώθει μια χαρά, να θέλει να ξεχυθεί μπροστά, όμως ο DS βλέπει πάντοτε τον αγώνα μακροπρόθεσμα, δε θέλει δυσάρεστες εκπλήξεις στα τελευταία χιλιόμετρα και έτσι, αρκετές φορές “μπλοκάρει” αυτές τις προσπάθειες. Προσωπικά δεν πιστεύω ότι σήμερα οι ανηφορίστες έχουν λιγότερη όρεξη για επιθέσεις, νομίζω ότι αυτό που περιέγραψες στην ερώτησή σου, οφείλεται σε όλους εκείνους που δίνουν είτε συμβουλές είτε εντολές, όπως ο DS, οι προπονητές, οι διαιτολόγοι κλπ.
Υπάρχουν τόσοι πολλοί “σύμβουλοι” σε μια ομάδα, που πολλές φορές στερούν αυτή τη “φρεσκάδα” από τον ποδηλάτη. Από την άλλη, τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μια σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά των αθλητών, με ποδηλάτες όπως ο Πογκάτσαρ, ο Έβενπουλ, ο Βαν Άερτ, ο Φαν ντερ Πουλ, που τους αρέσει να επιτίθενται από μακριά, να προσφέρουν θέαμα και γενικά μπορούμε να πούμε ότι φέρνουν έναν άλλο αέρα στο άθλημα.
Περίκο Ντελγάδο και Λοράν Φινιόν στη θρυλική ανηφόρα του Αλπ ντ’Ουέζ, στο 17ο ετάπ του Γύρου Γαλλίας το 1989. Εκείνη την ημέρα, ο Ισπανός πήρε τη δεύτερη θέση και ο Γάλλος την τρίτη (19/7/1989). (Photo credits: AP)
TCJ: Την εποχή που ήσουν ποδηλάτης, είχες απέναντί σου αμέτρητους μεγάλους αθλητές: Φινιόν, Λεμόντ, Ινό, Ροτς, Ρουκς, Πάρα, Κιαπούτσι, Μπούνιο, Μπρέουκινκ κλπ. Ποιος υπήρξε ο πιο δύσκολος αντίπαλός σου και ποιον θαύμαζες περισσότερο;
PD: Θα διαλέξω τον Λοράν Φινιόν, γιατί ήταν ένας ποδηλάτης τελείως απρόβλεπτος, του άρεσε να επιτίθεται στις κατηφόρες, στις ζώνες τροφοδοσίας, όταν είχε πλάγιο άνεμο, παντού! Ήταν ένας αθλητής πολύ “ανήσυχος”, αν δεν μπορούσε να κερδίσει έναν αντίπαλο στις ανηφόρες, πάντοτε σκεφτόταν πιθανές παγίδες για να κάνει την έκπληξη. Γι’ αυτό και ήταν ένας αντίπαλος πολύ δύσκολος, πολύ “περίπλοκος”.
Εκτός από τον Φινιόν, υπήρχε ένας ακόμα Γάλλος που θαύμαζα πολύ, ο Μπερνάρ Ινό. Είχε απίστευτη δύναμη, αλλά αυτό που μου άρεσε περισσότερο σε αυτόν, ήταν ότι έδινε στην ποδηλασία τον χαρακτηρισμό του “έπους”, του άρεσε να κερδίζει δίνοντας πραγματικές “παραστάσεις” στον δρόμο. Η φυσική του κατάσταση ήταν κάτι το μοναδικό και πάντα πρωταγωνιστούσε. Δεν είναι τυχαίο ότι έτρεξε 13 μεγάλους γύρους και τερμάτισε τους 12, έχοντας δέκα πρώτες θέσεις και δυο δεύτερες!
Όμως, ακόμα και όταν βρισκόταν σε θέση υπεροχής, με μεγάλες διαφορές στη γενική, δεν του άρεσε να “κολλάει” πίσω από τις ρόδες των αντιπάλων του, αντίθετα έκανε και πάλι επιθέσεις για να δείξει ότι εκείνος ήταν το αφεντικό του αγώνα. Ο Ινό πρόσφερε ανεπανάληπτο θέαμα και μας έκανε να ερωτευτούμε ακόμα περισσότερο το άθλημα της ποδηλασίας.
Το τελικό βάθρο του Γύρου Γαλλίας το 1988. Από αριστερά, Στέιφεν Ρουκς (2ος), Περίκο Ντελγάδο (1ος) και Φάμπιο Πάρα (3ος). (προσωπικό αρχείο PD)
TCJ: Κέρδισες τέσσερα ετάπ στο Tour, το 1985 στο Λις Αρντιντέν, το 1986 στο Πο, το 1987 στο Βιλάρ ντε Λανς και το 1988 στη χρονοανάβαση, πάλι στο Βιλάρ ντε Λανς. Ποια από αυτές τις νίκες υπήρξε η πιο ξεχωριστή και γιατί;
PD: Σίγουρα το πρώτο, όπως συμβαίνει πάντα, το πρώτο είναι ξεχωριστό, γιατί εγώ το κυνηγούσα ήδη πολλά χρόνια και δεν ερχόταν η νίκη. Και συνέχιζα και προσπαθούσα, και πάλι δεύτερος, μετά τρίτος, ξανά δεύτερος, ξανά τρίτος, ξανά δεύτερος… Είχα μπει σε ένα “γαϊτανάκι” και έλεγα μέσα μου ότι δε θα νικήσω ποτέ. Γι’ αυτό και η πρώτη νίκη το 1985 στο Λις Αρντιντέν, θεωρώ ότι για εμένα είναι η πιο ξεχωριστή. Κυρίως γιατί δεν προέκυψε καθαρά από εμένα, αλλά από τις κλιματολογικές συνθήκες, την ομίχλη, δεν έβλεπα τίποτα και κανέναν και αυτό μου προκαλούσε αγωνία.
Είχα ανέβει όλη την ανηφόρα στο Λις Αρντιντέν μαζί με τον Κολομβιανό Λούτσο Ερέρα να με ακολουθεί σε μικρή απόσταση. Κάθε τρεις και λίγο κοιτούσα πίσω μου, αλλά με την ομίχλη δεν μπορούσα να τον διακρίνω πουθενά, έτσι ανέβηκα τα 15 χιλιόμετρα έχοντας την εντύπωση ότι θα με έφτανε, σκεφτόμουν ότι ίσως δεν είχα επιλέξει την καλύτερη τακτική, ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να τον είχα περιμένει. Όμως αποφάσισα να συνεχίσω μπροστά και τελικά μου βγήκε σε καλό. Ένιωθα για καιρό ότι ο Γύρος της Γαλλίας μου “χρωστούσε” μια νίκη σε ετάπ, η οποία επιτέλους ήρθε εκείνη τη χρονιά.
TCJ: Πώς νιώθει ένας αθλητής όταν ανεβαίνει στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου στο Παρίσι, φορώντας την κίτρινη φανέλα; Σίγουρα αυτό σηματοδοτεί ένα πριν και ένα μετά στην καριέρα του, σωστά;
PD: Κοίταξε, ήδη είχα βρεθεί στο βάθρο του Tour, το 1987, στη δεύτερη θέση και η αλήθεια είναι ότι από το 1983 και μετά, είχα τις ευκαιρίες να κερδίσω τον συγκεκριμένο αγώνα, αλλά πάντα, για διαφορετικούς λόγους, μου ξέφευγε η νίκη. Όπως λοιπόν συνέβαινε με τα ετάπ, έτσι και με τη γενική, θεωρούσα ότι κάτι μου χρωστούσε ο Γύρος Γαλλίας. Και βέβαια, όταν τελικά ανέβηκα το 1988 στο πρώτο σκαλί του βάθρου στα Ηλύσια Πεδία και άκουσα τον εθνικό ύμνο της Ισπανίας, το πρώτο που ένιωσα ήταν ένα τεράστιο “ουφ, επιτέλους”.
Το δεύτερο που σκέφτηκα ήταν ότι ήμουν κουρασμένος και ήθελα να πάω το γρηγορότερο δυνατόν στο ξενοδοχείο για να κάνω μπάνιο και να κοιμηθώ. Η αλήθεια όμως είναι ότι πρόκειται για μια πολύ ξεχωριστή, πολύ προσωπική στιγμή. Σκέψου, εγώ, Ισπανός, στο Παρίσι, στη Γαλλία, σε ξένο έδαφος, άκουγα τον εθνικό ύμνο και απολάμβανα όλη αυτή την αναγνώριση. Πραγματικά είναι κάτι πολύ δύσκολο να το περιγράψεις με λόγια. Νιώθεις ότι αιωρείσαι, ότι πετάς στον αέρα!
Το τελικό βάθρο του Γύρου Γαλλίας το 1989. Από αριστερά, Λοράν Φινιόν (2ος), Γκρεγκ Λεμόντ (1ος) και Περίκο Ντελγάδο (3ος). (Photo credits: Jose Goitia/AP)
TCJ: Περίκο, τι ακριβώς συνέβη στον πρόλογο του Tour του 1989; Πώς ήσουν ψυχολογικά όταν τελείωσε εκείνο το χρονόμετρο; Όλα δείχνουν ότι αν δεν είχε γίνει εκείνο το “μπέρδεμα”, θα έδινες μάχη για να κατακτήσεις τη δεύτερη νίκη σου στον Γύρο Γαλλίας.
PD: Ενάμισι μήνα πριν είχα κερδίσει τον Γύρο Ισπανίας, ένιωθα πολύ δυνατός και ήθελα να ξεκινήσω το Tour στο φουλ. Στο μυαλό μου ήταν, αν όχι να κερδίσω τον πρόλογο, να τερματίσω οπωσδήποτε στην πρώτη τριάδα. Είχα θέσει λοιπόν ως στόχο να αρχίσω την προσπάθειά μου, έχοντας κάνει το τέλειο ζέσταμα. Δεν ήθελα να μείνω σταματημένος ούτε μια στιγμή, σκόπευα δηλαδή να πάω στη ράμπα εκκίνησης αμέσως μετά την προθέρμανση. Τι συνέβη; Τότε δεν είχαμε ακόμα τα εργόμετρα που χρησιμοποιούν σήμερα οι αθλητές για ζέσταμα.
Υπήρχε λοιπόν μια περιοχή ανάμεσα στους δρόμους του Λουξεμβούργου, την οποία είχαν αποκλείσει από την κυκλοφορία, ώστε οι αθλητές να κάνουν την προθέρμανσή τους πριν την έναρξη του ετάπ. Εγώ είχα πάρει το ποδήλατό μου, απομακρυνόμουν λίγο, επέστρεφα, πήγαινα μέχρι την αφετηρία, έβλεπα ότι είχα αρκετό χρόνο, έκανα έναν ακόμα γύρο και σε αυτή τη διαδικασία, ανάμεσα στην περιοχή της προθέρμανσης και τη ράμπα εκκίνησης και επειδή όπως σου είπα, δεν ήθελα να μείνω σταματημένος ούτε δευτερόλεπτο, στο τέλος ριψοκινδύνευσα παραπάνω από ό,τι έπρεπε και τελικά ξεκίνησα με καθυστέρηση 2:40″, τερματίζοντας τελευταίος!
Και συμφωνώ απόλυτα με το τρίτο σκέλος της ερώτησής σου, με κάθε σεβασμό προς τον νικητή εκείνου του Tour, τον Γκρεγκ Λεμόντ. Πιστεύω ότι αν δεν είχα κάνει εκείνο το λάθος, θα είχα κερδίσει εγώ τον Γύρο, γιατί ήμουν σε πάρα πολύ καλή κατάσταση, τουλάχιστον από φυσικές δυνάμεις. Χρειάστηκε βέβαια να “ανασυνταχθώ” από ψυχολογικής πλευράς, κάτι που με βοήθησε να ξαναμπώ στον αγώνα και τελικά να τερματίσω τρίτος στη γενική. Αυτά όμως, είναι πράγματα που σε τελική ανάλυση φτιάχνουν την ιστορία αυτού του αθλήματος.
Ο Περίκο Ντελγάδο με τον Γερμανό Ντίντι Ζενφτ, τον περίφημο “διάβολο” του Tour (προσωπικό αρχείο PD)
TCJ: Στη Vuelta του 1985 κέρδισες το ετάπ με τερματισμό στις “μυθικές” λίμνες της Κοβαδόνγκα και στη συνέχεια πήρες και τη γενική. Ήταν η πρώτη σου νίκη σε έναν μεγάλο Γύρο και μάλιστα με μια όχι και τόσο δυνατή ομάδα (Orbea Gin-MG). Τι αναμνήσεις έχεις από εκείνο τον αγώνα;
PD: Στον Γύρο της Ισπανίας του 1985 μου είχε συμβεί ό,τι και στο Tour. Είχα την αίσθηση ότι έπρεπε να είχα κερδίσει τη Vuelta του 1984, αλλά μια άσχημη πτώση που είχα στο τέλος ενός ετάπ ατομικής χρονομέτρησης, με έκανε να χάσω οποιαδήποτε πιθανότητα. Και είχα ένα “αγκάθι καρφωμένο στα πλευρά” επειδή δεν είχα κερδίσει εκείνον τον Γύρο.
Το 1985 ξεκίνησα πολύ καλά, νικώντας στο Λάγος δε Κοβαδόνγκα, αλλά μετά ο αγώνας πήγαινε συνεχώς στραβά και η αλήθεια είναι πως την προτελευταία μέρα στη Σεγκόβια, την ιδιαίτερη πατρίδα μου, πάλεψα για τη νίκη στο ετάπ, όχι για τη νίκη στη γενική. Αλλά προέκυψαν μια σειρά από καταστάσεις, όπως ότι ο Σκωτσέζος Ρόμπερτ Μίλαρ (της Peugeot Shell Michelin) επικεντρώθηκε στο να προσέχει τον Κολομβιανό Πάτσο Ροντρίγκες (της Zor) και τον Πέγιο Ρουίθ Καμπεστάνι (συναθλητή μου στην Orbea) και αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Peugeot και ο DS της, με λάθος τακτική, να μη διαχειριστούν σωστά το ετάπ.
Έτσι, το “χρέος” που είχε απέναντί μου η Vuelta από την προηγούμενη χρονιά ξεπληρώθηκε με τη νίκη μου στη γενική την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή. Η αλήθεια είναι ότι πρόκειται για αξέχαστες αναμνήσεις και κυρίως, όπως συνηθίζω να λέω πάντα, δεν πρέπει ποτέ να τα παρατάς, μέχρι να τελειώσει ο αγώνας υπάρχει πάντα μια ευκαιρία και αυτό που πρέπει να κάνεις είναι να παρακολουθείς προσεκτικά και να είσαι ενεργός, να κάνεις τον αγώνα σου. Το σίγουρο είναι ότι εκείνη την ημέρα όλα πήγαν καλά για μένα.
Περίκο Ντελγάδο και Μιγκέλ Ιντουράιν με τη φανέλα της Banesto. (Photo credits: Diario As)
TCJ: Στην ποδηλατική σου καριέρα έχεις συνυπάρξει με τον Μιγκέλ Ιντουράιν. Τί θα μπορούσες να μου πεις για τον χαρακτήρα του; Ήταν η μοναδική του ικανότητα να “διαλύει” τους αντιπάλους του στην ατομική χρονομέτρηση το μεγαλύτερο όπλο του ή υπήρχαν και άλλα χαρακτηριστικά που τον οδήγησαν στο να κερδίσει 7 μεγάλους Γύρους; Θα μπορούσε να είχε κερδίσει ένα έκτο Tour αν δεν είχαν χαλάσει οι σχέσεις του με την Banesto, λόγω της υποχρεωτικής του συμμετοχής στη Vuelta του 1996;
PD: Όταν κέρδισα τον Γύρο Γαλλίας του 1988, ο Μιγκέλ Ιντουράιν ήταν συναθλητής μου στη Reynolds, από τότε μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση η δυναμική του. Κυρίως επειδή ήταν ένας μεγαλόσωμος τύπος, άρα και πολύ βαρύς και στα βουνά θα ήταν λογικό να έχει πρόβλημα. Αλλά σε εκείνο το Tour υπήρξαν διάφορα ανηφορικά ετάπ όπου απέδωσε πολύ καλά, κάτι που μας εξέπληξε όλους, ακόμα και τον ίδιο. Ο Μιγκέλ διέθετε, όπως λέμε στην ποδηλασία, μια μεγάλη “μηχανή”, η οποία, σε συνδυασμό με το φυσικό του ταλέντο στο χρονόμετρο, του επέτρεπε να διαλύει τους αντιπάλους, όχι μόνο βάσει χρόνου, αλλά και ψυχολογικά.
Ήταν τόσο καλός στις ανηφόρες, που ήταν αδύνατο για τους αντιπάλους του να καλύψουν τον χαμένο χρόνο στα βουνά. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που μπορούσε να κοντράρει στα ίσα τον Μάρκο Παντάνι, έναν από τους μεγαλύτερους ανηφορίστες στην ιστορία του αθλήματος και παρόλο που υπέφερε, έχανε ελάχιστο χρόνο απέναντί του. Και μετά, στα ετάπ της ατομικής χρονομέτρησης, οι διαφορές του από τους αντιπάλους του μετριούνταν όχι σε δευτερόλεπτα, αλλά σε λεπτά. Θυμάμαι, πριν καν κερδίσει το πρώτο του Tour, στις δυο σερί νίκες του στο Παρίσι-Νίκαια το 1989 και το 1990, πόσο μεταμορφωνόταν όταν έπαιρνε τη φανέλα του πρωτοπόρου, γινόταν ακόμα πιο δυνατός και από φυσικής και από ψυχολογικής πλευράς. Είχε μεγάλη εμπιστοσύνη στον εαυτό του, αλλά ήταν και πολύ απλός, δε δημιουργούσε εχθρούς, πάντα ήταν πολύ σιωπηλός, πολύ εσωστρεφής, αλλά και πολύ συγκεντρωμένος και πολύ καλός συναθλητής.
Γι’ αυτό προκαλούσε θαυμασμό, όχι μόνο ως ποδηλάτης, αλλά και ως συνάδελφος-συναθλητής. Ήταν απόλαυση να τρέχεις μαζί του γι’ αυτή τη δυναμική που είχε, αλλά και την ικανότητα να μη μεταδίδει το στρες, που δεδομένα είχε και έχει ένας αθλητής με τα χαρακτηριστικά του. Το 1996 πήγε για να κερδίσει τον έκτο του Γύρο Γαλλίας, αλλά η ομάδα του (Banesto) δεν είχε κάνει σωστό σχεδιασμό. Εκείνος είχε πάντα απόλυτη εμπιστοσύνη στον προπονητή του, στους DS και τον διευθυντή του, αλλά θεωρώ ότι σχεδίασαν πολύ άσχημα εκείνη τη σεζόν σε αναζήτηση του έκτου Tour, συν τη λάθος επιλογή να τον στείλουν μετά στη Vuelta και τελικά μείναμε όλοι με την όρεξη να δούμε ξανά τον Μιγκέλ Ιντουράιν την επόμενη χρονιά, το 1997.
Ένας ποδηλάτης με αυτά τα χαρακτηριστικά και τέτοια δυναμική, δε σβήνει από το βράδυ μέχρι το πρωί. Εγώ πιστεύω ότι με καλύτερο σχεδιασμό, θα μπορούσαμε οι φίλαθλοι να τον απολαύσουμε, να τον δούμε να παλεύει για έναν έκτο Γύρο Γαλλίας. Όμως ο Μιγκέλ, όταν χάλασαν οι σχέσεις του με τον Ετσαβάρι, τον αγαπημένο του διευθυντή για χρόνια, ένιωσε κουρασμένος ψυχολογικά μετά από την κακή σεζόν του 1996, μετά από τόσα χρόνια στο υψηλότερο επίπεδο και με τόσες θυσίες, συν την ψυχολογική κόπωση που προκαλεί το να μην μπορείς να λαθέψεις, εκεί νομίζω ότι χαλάρωσε λίγο, αισθάνθηκε ότι πλέον δεν ήταν ευτυχισμένος και κρέμασε το ποδήλατο. Κρίμα, γιατί θεωρώ ότι είχε ακόμα έναν Γύρο Γαλλίας στα πόδια του.
Μιγκέλ Ιντουράιν και Περίκο Ντελγάδο στην παρουσίαση του Γύρου Ισπανίας του 2012. (Photo credits: Diario As)
TCJ: Βλέπουμε ότι δυο από τις χώρες που στο παρελθόν πρωταγωνιστούσαν στην ανώτατη κατηγορία σε ό,τι αφορά τις ομάδες, με τρεις-τέσσερις η καθεμία, η Ισπανία και η Ιταλία, σήμερα η μεν πρώτη έχει μόνο τη Movistar, η δε δεύτερη καμία. Αυτό οφείλεται αποκλειστικά στην οικονομική κρίση ή υπάρχουν και άλλες αιτίες που εξαφάνισαν τις ισπανικές και ιταλικές ομάδες από τον χάρτη των World Teams;
PD: Το θέμα της απουσίας των ισπανικών και των ιταλικών ομάδων, οφείλεται στη UCI και τη δημιουργία της κατηγορίας World Tour. Εκεί, η Διεθνής Ομοσπονδία δημιούργησε μια ελίτ που είναι μακριά από την πραγματικότητα που έχει ανάγκη η ποδηλασία. Τότε, πριν δυο δεκαετίες ας πούμε, στην Ισπανία υπήρχε ένα μεγάλο καλεντάρι, δεν ήταν ανάγκη ένας ποδηλάτης να πάει στο εξωτερικό για να κάνει αγώνες, στην Ιταλία το ίδιο, στη Γαλλία επίσης. Στη Γαλλία διαχειρίστηκαν καλύτερα την κατάσταση, γιατί το Tour στήριζε πάντα πολύ τις γαλλικές ομάδες και βγήκε κερδισμένο από αυτό.
Αλλά η κατάσταση στην Ιταλία και στην Ισπανία είναι πολύ θλιβερή. Ευτυχώς, στην Ισπανία εμφανίζονται ομάδες δεύτερης κατηγορίας και υπάρχει μια σχετική αισιοδοξία, όχι μόνο γι’ αυτό, αλλά και επειδή επανέρχονται στο καλεντάρι αγώνες που είχαν εξαφανιστεί, κάτι που επιτρέπει μια μικρή αισιοδοξία. Προσωπικά όμως πιστεύω ότι το πρόβλημα της έλλειψης ανταγωνιστικών ομάδων, προέρχεται αποκλειστικά από τους κανονισμούς του World Tour, που αφήνουν ελάχιστο χώρο για τις ομάδες δεύτερης κατηγορίας (Pro Teams), οι οποίες στηρίζουν και αποτελούν το φυτώριο αυτού του αθλήματος για το μέλλον.
Εγώ πάντα λέω ότι η UCI δεν μπορεί να αφήσει να υπάρχουν 18 World Teams, συν άλλες δύο, επειδή η μια είναι η καλύτερη στην Ευρώπη και η άλλη επειδή δεν ξέρω εγώ γιατί. Πιστεύω ότι οι World Teams θα έπρεπε να είναι το πολύ δώδεκα και να υπάρχουν ακόμα δέκα ομάδες οι οποίες, με βάση τις επιδόσεις τους στη διάρκεια της σεζόν, να μπορούν να παίρνουν μέρος στους αγώνες του World Tour. Αυτό θα ενίσχυε – αυτούς στα ψηλά, βεβαίως, τους αφήνει αδιάφορους – το πιο κάτω σκαλοπάτι που τώρα είναι μια άβυσσος, αλλά τότε θα ήταν ένα σκαλοπάτι με ομάδες πολύ πιο ανταγωνιστικές, με μεγαλύτερο προϋπολογισμό για να μπορούν να ελπίζουν ότι θα κάνουν κάτι σπουδαίο.
Δυστυχώς όμως, αυτά που έχουν περισσότερη προβολή στην επαγγελματική ποδηλασία, είναι το Tour, οι μεγάλοι γύροι και οι μεγάλες κλασικές, που τελικά προορίζονται για πολύ λίγες ομάδες. Και εκείνες οι ομάδες που ποντάρουν σε αυτό το άθλημα, δεν έχουν πολλές φορές την πιθανότητα-δυνατότητα να βρεθούν στον Γύρο της Γαλλίας, της Ιταλίας ή της Ισπανίας. Είναι πραγματικά δύσκολο.
Η κατάσταση διαμορφώθηκε αρχικά από την οικονομική κρίση του 2008, που δεν υπήρχαν χορηγοί: αγώνες και ομάδες εξαφανίστηκαν σε Ισπανία και Ιταλία και όταν ο μηχανισμός άρχισε να ενεργοποιείται ξανά, η εμφάνιση αυτού του κανονισμού της UCI με τις ομάδες World Tour, είχε ως αποτέλεσμα να μην αυξάνονται οι ομάδες, ούτε σε αριθμό, ούτε σε δυναμική, σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και την εποχή μου. Όταν έτρεχα εγώ, τη δεκαετία του ’80, στην Ισπανία υπήρχαν 7-8 ομάδες, στην Ιταλία υπήρχαν 10-12 επαγγελματικές ομάδες και η αλήθεια είναι πως ήταν εντυπωσιακό. Ο αριθμός των αθλητών που ξεκινούσαν στο υψηλότερο επίπεδο σε αυτές τις χώρες ήταν κάτι άξιο αναφοράς. Αντίθετα, σήμερα απέχουμε πάρα πολύ από το είναι η κατάσταση όπως τότε.
Αλμπέρτο Κονταδόρ και Περίκο Ντελγάδο στον Γύρο της Καστίγια ι Λεόν, τον Απρίλιο του 2011. (Photo credits: I. Lopez/AP)
TCJ: Η ισπανική ποδηλασία είχε μια πραγματικά χαρισματική γενιά με κορυφαίους εκπροσώπους τους Κονταδόρ, Πουρίτο και Βαλβέρδε. Η διάδοχη κατάσταση δείχνει αρκετά δύσκολο να φτάσει σε παρόμοια επίπεδα. Στον Λάντα και τον Μας, φαίνεται πάντα να λείπει αυτό το κάτι παραπάνω που χρειάζεται για να φτάσουν στην κορυφή. Είναι ο Χουάν Αγιούσο και ο Κάρλος Ροντρίγκεθ οι ελπίδες του μέλλοντος;
PD: Στην Ισπανία είχαμε, από το 2000 και μετά, μια “χρυσή” φουρνιά. Κονταδόρ, Πουρίτο, Βαλβέρδε, Σάμου Σάντσεθ, Όσκαρ Φρέιρε, Κάρλος Σάστρε. Πιθανότατα μια ανεπανάληπτη γενιά, γιατί ήταν αθλητές που μπορούσαν να κερδίσουν μεγάλους Γύρους, όπως ο Κονταδόρ, ή να διακριθούν σε κλασικές διαδρομές, που ήταν κάτι που έλειπε από την ισπανική ποδηλασία σε διεθνές επίπεδο. Πουρίτο, Αλεχάνδρο Βαλβέρδε και Όσκαρ Φρέιρε κάλυψαν άψογα αυτό το κομμάτι, αλλά και τα παγκόσμια πρωταθλήματα. Ήταν μια “χρυσή” εποχή. Σήμερα, η αλήθεια είναι ότι η κατάσταση σε καμία περίπτωση δεν είναι τόσο κολακευτική.
Σίγουρα έχουμε αθλητές όπως ο Μίκελ Λάντα και ο Ενρίκ Μας, με σημαντική δυναμική, καθιερωμένους, αλλά τους λείπει αυτό το κάτι παραπάνω ώστε να είναι αθλητές που θα μπορούν να κερδίζουν. Ειδικά αυτή την εποχή με το υπάρχον επίπεδο, με τον Πογκάτσαρ (αφήνουμε στην άκρη τον Μπερνάλ που με τον τραυματισμό του θα είναι για αρκετό καιρό εκτός), αλλά και τους Έβενπουλ, Ρόγκλιτς κλπ, έχουμε μια γενιά αθλητών που είναι πολύ δύσκολο να τους νικήσεις. Και εκτός αυτού, είναι πολύ νέοι σε ηλικία και θα τους βλέπουμε για χρόνια ψηλά, ενώ οι δικοί μας μεγαλώνουν και αν δεν τα κατάφεραν μέχρι τώρα, κάθε χρονιά που περνάει θα είναι ακόμα πιο δύσκολο.
Όλοι στην Ισπανία έχουν τα μάτια τους στραμμένα στον Χουάν Αγιούσο (στην ίδια ομάδα με τον Πογκάτσαρ) και στον Κάρλος Ροντρίγκεθ της Ineos, ως δυο αθλητές με μέλλον. Αμφότεροι είναι πολύ ολοκληρωμένοι και θα πρέπει να περιμένουμε έως το 2024 για να δούμε αν είναι ικανοί να διεκδικήσουν την πρωτιά στη γενική κατάταξη των μεγάλων Γύρων. Αυτή την στιγμή, όλα είναι δυναμική και αισιοδοξία. Θα πρέπει όμως να δούμε πώς θα αφομοιώσουν αυτή τη δυναμική στο μέλλον και αν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες που τους ακολουθούν. Ελπίζουμε πάντως, ότι αυτοί οι δυο ποδηλάτες θα μας κάνουν να θυμηθούμε αθλητές όπως εγώ, ο Ιντουράιν ή ο Κονταδόρ, αθλητές δηλαδή που πάλευαν για τους μεγάλους γύρους της ποδηλασίας.
Περίκο Ντελγάδο και Αλεχάνδρο Βαλβέρδε τον Νοέμβριο του 2014, σε εκδήλωση της Ισπανικής Ομοσπονδίας Ποδηλασίας. (Photo credits: MarcaMedia)
TCJ: Είδαμε στο ξεκίνημα της σεζόν, με αφορμή το ατύχημα του Έγαν Μπερνάλ, να ξεκινάει μια συζήτηση για το αν πρέπει να καταργηθούν τα ποδήλατα της ατομικής χρονομέτρησης. Πιστεύεις ότι η UCI θα πρέπει, όπως πρότεινε ο Φρουμ, να “αποβάλλει” τα συγκεκριμένα ποδήλατα από τους αγώνες;
PD: Τα ποδήλατα ατομικής χρονομέτρησης είναι ασφαλή. Όμως πρέπει να σκεφτούμε ότι στον αθλητισμό το θέμα είναι να παίρνεις ρίσκα. Στη Formula 1 βλέπουμε τους οδηγούς να βγαίνουν εκτός διαδρομής, το ίδιο και στις μοτοσικλέτες, οι αναβάτες πέφτουν γιατί ρισκάρουν και κάποιες φορές δεν τους βγαίνει. Όμως αυτό είναι μέρος του αθλητισμού. Όποιος δε ρισκάρει, δύσκολα θα κερδίσει. Προσωπικά πιστεύω ότι τα ποδήλατα για το χρονόμετρο είναι μια χαρά, αν θέλουν να τα απαγορεύσουν, ας το κάνουν. Όμως σε καμία περίπτωση δε δέχομαι ότι είναι επικίνδυνα. “Επικίνδυνος” μπορεί να είναι αυτός που ποδηλατεί, το ποδήλατο από μόνο του δεν κάνει τίποτα, δε σκέφτεται, είναι απλώς ένα εργαλείο.
Όλα εξαρτώνται από το πώς το χρησιμοποιείς εσύ, από την πρόθεσή σου να ρισκάρεις, κάτι που σε έναν αγώνα είναι αναπόφευκτο. Άρα, δεν πιστεύω ότι πρέπει να αλλάξουν οι κανονισμοί σχετικά με αυτό. Το μόνο που θα μπορούσε να κάνει η UCI – κάτι πάντως που μου φαίνεται πολύ δύσκολο στη σύγχρονη ποδηλασία – είναι να επιβάλλει το συμβατικό ποδήλατο και στα χρονόμετρα, όπως όταν ξεκίνησα εγώ, στην αρχή της δεκαετίας του ’80, που δεν υπήρχαν ακόμα τα “ταυράκια” (σ.σ. cabras στα ισπανικά, δηλαδή κατσίκες). Θα μπορούσε να είναι μια λύση, αν πιστεύουν ότι υπάρχει πρόβλημα. Προσωπικά πάντως, σε καμία περίπτωση δεν θεωρώ ότι τα ποδήλατα της ατομικής χρονομέτρησης είναι επικίνδυνα.
TCJ: Έρχεται η UCI και σου λέει: κύριε Ντελγάδο μπορείτε να αλλάξετε τρία πράγματα στην επαγγελματική ποδηλασία. Ποια θα ήταν αυτά;
PD: Τρία πράγματα που θα άλλαζα στην UCI; Το ένα στο είπα ήδη. Το θέμα με τις ομάδες World Tour θεωρώ ότι έχει διαμορφωθεί με λάθος τρόπο, η ιδέα είναι πολύ καλή, αλλά δεν είναι σωστό να υπάρχει τόσο μεγάλο οικονομικό χάσμα ανάμεσα στις λίγες πλούσιες ομάδες από τη μια και τη μεγάλη πλειοψηφία των υπόλοιπων, “φτωχότερων” ομάδων από την άλλη. Εγώ πιστεύω ότι θα έπρεπε να συμμετέχουν 10-12 ομάδες World Tour και οι άλλες ομάδες να το παλεύουν ανά σεζόν. Το World Tour είναι πολύ όμορφο, αλλά το σύστημα που δημιουργήθηκε έδειξε την αδυναμία του.
Η UCI θέλει να υπάρχουν ομάδες World Tour γιατί αποτελεί μια σημαντική πηγή εσόδων για εκείνη, μόνο και μόνο επειδή βάζει την ετικέτα του World Tour. Αλλά για την ποδηλασία δεν είναι καλό, είναι καλό μόνο για τις τσέπες της Διεθνούς Ομοσπονδίας. Άλλες δύο αλλαγές; Με πιάνεις απροετοίμαστο. Εγώ θα άλλαζα μόνο αυτό που σου είπα. Για τα άλλα δύο, προς το παρόν τουλάχιστον, δε σκέφτομαι κάτι.
Επτά Γύροι Γαλλίας (ή αν προτιμάτε, έντεκα μεγάλοι Γύροι) σε μια φωτογραφία. Από αριστερά, Μιγκέλ Ιντουράιν, Περίκο Ντελγάδο, Φεδερίκο Μπααμόντες και Κάρλος ντε Αντρές. (προσωπικό αρχείο PD)
TCJ: Στην αρχή της σεζόν και συγκεκριμένα στον Γύρο της Βαλένθιας, υπήρξαν ποδηλάτες όπως ο Έβενπουλ, που διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την παρουσία χωματόδρομου (sterrato) στον αγώνα. Ποια είναι η γνώμη σου, είσαι υπέρ ή κατά της παρουσίας χωματόδρομου, παβέ κλπ στους μικρούς ή τους μεγάλους Γύρους;
PD: Νομίζω ότι αυτό είναι ένα θέμα για όλα τα γούστα. Τι εννοώ; Ο σπρίντερ δε θέλει να υπάρχουν ετάπ βουνών και ο ανηφορίστας δε θέλει να υπάρχουν επίπεδα ετάπ ή βεντάλιες. Και ο αθλητής που νιώθει ευάλωτος στο χώμα (sterrato), επίσης δεν το θέλει. Προσωπικά θεωρώ ότι το θέαμα που προσφέρουν αυτά τα τμήματα διαδρομής στον αγώνα, είναι εντυπωσιακό. Πριν μερικούς μήνες ξεκίνησε στην Ισπανία και συγκεκριμένα στη Χαέν, ένας αγώνας με χωματόδρομο (σ.σ. Clásica Jaén Paraíso Interior), που μοιάζει λίγο με το Strade Bianche της Ιταλίας και ήταν άκρως θεαματικός. Αυτές είναι προσπάθειες για να ζήσουμε μια “επική” ποδηλασία, από αυτή που μας λείπει.
Γιατί τελικά σήμερα είναι όλα τόσο ελεγχόμενα και οι ομάδες έχουν μάθει να δουλεύουν τόσο καλά “δεμένες”, που αν ξαφνικά ένας αθλητής αποδειχθεί ικανός να φέρει τα πάνω κάτω σε ένα αγώνα, χάρη στις δυσκολίες που μπορεί να προκαλέσει ένα σκασμένο ελαστικό ή η γενικότερη αδυναμία ενός αντιπάλου σε αυτή την επιφάνεια, τότε όλο αυτό προσφέρει σίγουρα κάτι διαφορετικό. Θεωρώ ότι αυτά τα ετάπ με χωματόδρομο θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμα περισσότερο. Όχι με υπερβολικό τρόπο, αλλά να καθιερωθούν και στη Vuelta και στο Giro και στο Tour. Όπως είπα, δίνουν έναν επικό χαρακτήρα στους αγώνες, κάτι που σίγουρα έχει μεγάλη ανάγκη το άθλημα.
TCJ: Ο προπονητής του Μαρκ Κάβεντις στην Quickstep, είναι Έλληνας, ο Βασίλης Αναστόπουλος, κύριος υπεύθυνος για την αγωνιστική “ανάσταση” του Βρετανού και την επιστροφή του στην ελίτ των σπρίντερ. Έχοντας κερδίσει στο περσινό Tour τέσσερα ετάπ και την πράσινη φανέλα, πιστεύεις ότι η ομάδα του είχε την ηθική υποχρέωση να του δώσει την ευκαιρία να αγωνιστεί στον φετινό Γύρο Γαλλίας, ώστε να προσπαθήσει να γίνει ο ποδηλάτης με τις περισσότερες νίκες στην ιστορία του αγώνα;
PD:  Ο Μαρκ Κάβεντις είναι ένας μεγάλος πρωταθλητής. Πέρυσι στάθηκε τυχερός, με την έννοια ότι πήγε από σπόντα στο Tour, όπου του παρουσιάστηκε μια δεύτερη ευκαιρία να γίνει ξανά ο μεγάλος πρωταγωνιστής που ήταν πάντοτε στον Γύρο Γαλλίας. Η κόντρα του Λεφέβρ, του μάνατζερ της Quickstep, με τον Σαμ Μπένετ, επέτρεψε στον Μαρκ να βρει θέση στη σύνθεση της ομάδας. Η Quickstep πάντοτε “φροντίζει” τους σπρίντερ της, τους δίνει ευκαιρίες και επειδή η σχέση των δυο πλευρών κύλησε ομαλά από τότε μέχρι σήμερα, για μένα το λογικό θα ήταν ο Κάβεντις να τρέξει και φέτος στη Γαλλία.
Σίγουρα θα μιλούσαμε σε διαφορετική βάση για του χρόνου, αν η ομάδα αποφασίσει ίσως να αλλάξει τη δομή της λόγω του Έβενπουλ, στην περίπτωση που αυτός αποδείξει ότι μπορεί να είναι ανταγωνιστικός στη διεκδίκηση των μεγάλων Γύρων. Οι ομάδες άλλωστε αποτελούνται συνεχώς από λιγότερους αθλητές. Στην εποχή μου, το Tour το τρέχαμε δέκα αθλητές, μετά έγιναν εννιά, τώρα πλέον είναι οκτώ. Αν λοιπόν έχεις έναν αθλητή που μπορεί να κερδίσει έναν μεγάλο Γύρο, είναι δύσκολο να πάρεις μαζί σου και έναν σπρίντερ, που θα χρειάζεται μίνιμουμ έναν συναθλητή για το lead-out, ίσως και δυο, γιατί αυτό αφαιρεί πολλή δυναμική από τη διεκδίκηση της γενικής. Αλλά φέτος θεωρώ ότι η παρουσία του Κάβεντις στο Tour θα έπρεπε να είναι εξασφαλισμένη.
Περίκο Ντελγάδο και Κάρλος ντε Αντρές, εδώ και πάνω από δυο δεκαετίες το αχώριστο δίδυμο των σχολιαστών ποδηλασίας της ισπανικής κρατικής τηλεόρασης. (Photo credits: Diario As)
TCJ: Όλοι περίμεναν φέτος να δουν στο Tour την απόλυτη μάχη ανάμεσα στον Πογκάτσαρ, τον Ρόγκλιτς και τον Μπερνάλ. Τελικά ο Κολομβιανός βγήκε από την εξίσωση, όμως πιστεύεις ότι ο Ρόγκλιτς μπορεί να κοντράρει τον συμπατριώτη του και να κερδίσει αυτός τον Γύρο Γαλλίας;
PD:  Πράγματι, η συμμετοχή του Μπερνάλ έχει αποκλειστεί εδώ και καιρό, αφού ο τραυματισμός του ήταν τόσο σοβαρός, που αν τελικά μπορέσει να αγωνιστεί έστω και λίγο φέτος, θα πρόκειται για επιτυχία. Και δεν εννοώ να αγωνιστεί σε επίπεδο πρωταθλητισμού, αλλά απλά να ξαναμπεί στο πελοτόν και να ανακτήσει την αίσθηση του αγώνα. Νομίζω, θα είναι ιδανικό για τον ίδιο, αν καταφέρει να τρέξει στον Γύρο Ισπανίας, αν και πάλι το βλέπω δύσκολο, όχι όμως αδύνατο. Οπότε με τον Μπερνάλ εκτός Tour, όλος ο κόσμος περιμένει τη μονομαχία μεταξύ των Σλοβένων, Ρόγκλιτς και Πογκάτσαρ.
Θεωρώ ότι ο Ρόγκλιτς έχει στα πόδια του μια νίκη σε Γύρο Γαλλίας και επί της ουσίας την είχε μέχρι που ο Πογκάτσαρ του τη στέρησε στο χρονόμετρο του Λα Πλανς ντε Μπελ Φιγ. Αυτή τη στιγμή είναι ο μοναδικός αθλητής που μπορεί να κοντράρει τον Πογκάτσαρ, λόγω φυσικής δύναμης και πολύ δυνατής ομάδας. Σίγουρα όλοι θέλουμε να δούμε μια δυνατή μάχη ανάμεσα σε αυτούς τους δυο και αν μπορέσει να προκύψει και ένας τρίτος που θα παλέψει κι αυτός για τη γενική, ακόμα καλύτερα. Αλλά η αλήθεια είναι ότι το επίπεδο των δυο Σλοβένων, είναι αυτή τη στιγμή, πολύ ανώτερο από οποιονδήποτε άλλο αθλητή. 
TCJ: Όποτε πλησιάζει ένας μεγάλος Γύρος, μιλάμε πάντοτε για τη θεωρητική μάχη ανάμεσα στους ανηφορίστες και τους all-rounders. Πιστεύεις ότι στη σύγχρονη ποδηλασία, ένας ανηφορίστας μπορεί να κερδίσει το Tour χωρίς να είναι καλός στο χρονόμετρο;
PD: Θεωρητικά, οποιοσδήποτε καλός ανηφορίστας μπορεί να κερδίσει τον Γύρο Γαλλίας. Πρακτικά, για να το καταφέρει, πρέπει να βελτιωθεί στο χρονόμετρο. Τα τελευταία χρόνια, το Tour άρχισε να αφαιρεί χιλιόμετρα από τα ετάπ χρονομέτρησης και για μια-δυο σεζόν, ήταν σχεδόν ανύπαρκτα. Ήταν μια ξεκάθαρη αβάντα για τους ανηφορίστες. Αλλά ακόμα κι έτσι, πάντα θα υπάρχουν τα χρονόμετρα, είναι λογικό να υπάρχουν. Γι’ αυτό πιστεύω ότι κάθε ανηφορίστας πρέπει να βελτιώνεται στο χρονόμετρο και επίσης πιστεύω ότι είναι κάτι που μπορεί να γίνει με επιτυχία.
Ο Πογκάτσαρ, για παράδειγμα, τι είναι; Ανηφορίστας; Χρονομετρίστας; Αν θες τη γνώμη μου, εγώ πιστεύω ότι είναι περισσότερο ανηφορίστας παρά χρονομετρίστας, απλώς δουλεύει πάνω στα ετάπ χρονομέτρησης με θαυμαστό τρόπο. Πολλές φορές λέω στους σημερινούς ανηφορίστες ότι με τον χρόνο που χάνουν στα χρονόμετρα, δυσκολεύουν πολύ τα πράγματα στη διεκδίκηση της γενικής. Και επίσης, τους θυμίζω ότι δεν πρέπει να διαμαρτύρονται, γιατί τώρα τα χρονόμετρα έχουν μήκος 20, 30 χιλιόμετρα. Αντίθετα, όταν έτρεχα εγώ, τα αντίστοιχα ετάπ χρονομέτρησης ξεκινούσαν από τα 50 και έφταναν μέχρι και τα 90 χιλιόμετρα.
Το ζήτημα είναι απλό, πρέπει να δουλέψεις, να βελτιωθείς και ακόμα και αν δεν είσαι χρονομετρίστας, μπορείς να είσαι ανάμεσα στους δέκα πρώτους, να κάνεις συνεχώς βήματα προς τα μπροστά σε αυτόν τον τομέα. Απλό συμπέρασμα: ο ανηφορίστας είναι πάντα υποχρεωμένος να βελτιώνεται στα ετάπ της ατομικής χρονομέτρησης, αν θέλει να κερδίσει έναν μεγάλο Γύρο, είτε το Tour, είτε το Giro, είτε τη Vuelta.
Ο Περίκο Ντελγάδο βρίσκεται πάντοτε δίπλα στις μικρές ηλικίες. Εδώ, σε παιδικούς ποδηλατικούς αγώνες τον Οκτώβριο του 2021 στην Ισπανία. (προσωπικό αρχείο PD)
TCJ: Πέρυσι είχα διαβάσει μια ανάρτηση που είχες κάνει στον προσωπικό σου λογαριασμό στο facebook. Έλεγες ότι οι αθλητές παλεύουν για μια νίκη, όμως οι στιγμές της ήττας είναι πολύ περισσότερες. Επίσης ότι στην εποχή σου, το να τερματίσεις δεύτερος στη γενική ενός μεγάλου Γύρου ήταν κάτι πολύ σημαντικό, όμως σήμερα, σε μια δεύτερη ή τρίτη θέση δεν δίνεται η αναγνώριση που της αξίζει. Γιατί πιστεύεις ότι συμβαίνει αυτό; Γιατί οι φίλαθλοι δεν αναγνωρίζουν την προσπάθεια και τα καλά αποτελέσματα, αλλά περιορίζονται στο να χειροκροτούν και να αποθεώνουν μόνο τον νικητή;
PD: Ζούμε σε μια κοινωνία όπου συνήθως υπάρχει αναγνώριση μόνο για αυτόν που νικάει. Εγώ πάντα είχα την αίσθηση, τουλάχιστον όταν άρχισα να αγωνίζομαι, ότι το να είσαι δεύτερος ήταν επιτυχία, το να είσαι τρίτος επίσης, ότι έτσι ήμουν κοντά στη νίκη. Σίγουρα σέβομαι την κοινή γνώμη και την άποψή της, αλλά σε μια ομαδική δουλειά όπου συμμετέχουν ατελείωτοι άνθρωποι, πρέπει ο φίλαθλος να καταλαβαίνει ότι το να νικήσεις είναι κάτι πολύ δύσκολο.
Ο αθλητής όταν βελτιώνει τα αποτελέσματά του, νιώθει ότι είναι κοντά στην κορυφή, ότι την πλησιάζει και αυτό είναι τεράστιο κίνητρο. Γιατί όταν είσαι κοντά, κάποια στιγμή θα νικήσεις. Πολλές φορές ένας αθλητής τερματίζει δεύτερος ή τρίτος και υπάρχει η αίσθηση της ήττας μέσα στην ομάδα. Αυτό πραγματικά με στεναχωρεί, γιατί υπάρχει πολλή δουλειά από πίσω, τόσο από τους αθλητές, όσο και από το τεχνικό τιμ αλλά και τα υπόλοιπα μέλη της ομάδας, σκληρή δουλειά και πολλή αφοσίωση. Οπότε το να κάνεις μια αρνητική ανάγνωση, γιατί το αποτέλεσμα δεν ήταν το επιθυμητό, θεωρώ ότι δεν είναι καθόλου καλό. Πρέπει να είσαι πιο αισιόδοξος και πιο “επιθετικός”.
Και πιστεύω ότι σε αυτόν τον τομέα, δημιουργούμε μια κοινωνία νικητών, όταν στη πραγματικότητα οι νικητές είναι πολύ λίγοι. Αυτό που πρέπει, είναι να δημιουργήσουμε μια κοινωνία με νοοτροπία μάχης, να παλεύεις για τα όνειρά σου, να παλεύεις για να βελτιωθείς, να παλεύεις για να είσαι ανάμεσα στους καλύτερους και έτσι μια μέρα θα κερδίσεις. Και αυτή η νοοτροπία πρέπει να καθιερωθεί. Είναι νόμος της ζωής ότι πάντα μαθαίνεις μέσα από τις ήττες. Μαθαίνεις όταν κάνεις λάθος, όταν λες ότι “αυτό δεν μπορεί να μου συμβεί ξανά”. Όπως στην περίπτωσή μου τότε στο Λουξεμβούργο. Αν και από τότε δε βρέθηκα ποτέ ξανά κοντά στη νίκη στο Tour, λόγω διαφόρων προβλημάτων, κυρίως λόγω τραυματισμών, αλλά… το ανθρώπινο ον μαθαίνει με βάση τα λάθη του.
Όταν κερδίζεις, όλα είναι ευφορία και δεν συνειδητοποιείς όλα τα παραπάνω, παρά μόνο όταν αρχίζεις να χάνεις. Και πρέπει να έχουμε αυτή τη νοοτροπία. Στον αθλητισμό υπάρχει η νοοτροπία της μάχης, πρέπει πάντα να διατηρείς την αισιοδοξία σου. Το να βγεις δεύτερος ή τρίτος είναι πολύ καλό ή επίσης, το να είσαι ανταγωνιστικός, είναι πολύ σημαντικό. Και ναι, είναι αλήθεια πως ένας είναι αυτός που κερδίζει, αλλά αν έχεις κάνει σωστή προετοιμασία και έχεις προσφέρει θέαμα στον αγώνα, πάντα έχεις την αναγνώριση του κόσμου. Αυτό μπορεί να μη μετράει οικονομικά, αλλά θεωρώ ότι αξίζει εξίσου με μια νίκη, σε ηθικό επίπεδο, σε επίπεδο δουλειάς και αναγνώρισης. Οι ήττες θα είναι πάντα εκεί. Όλοι ζούμε με ήττες, με λάθη, με σφάλματα. Αυτό που πρέπει να μάθουμε, είναι να γυρίζουμε σελίδα και αυτό να αποτελεί μια ώθηση για να συνεχίσουμε να δουλεύουμε ώστε να βελτιωθούμε ακόμα περισσότερο και να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη.
Κείμενο / Συνέντευξη: Θανάσης ΚρεκούκιαςΑπαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή ολόκληρου του άρθρου ή των φωτογραφιών.


Λόγια και εικόνες από την ποδηλασία εντός και εκτός Ελλάδας

Εγγραφή

Εγγραφείτε για να λαμβάνετε πρώτοι όλα τα νέα άρθρα μας!

Σεβόμαστε το χρόνο σας: 100% ποιοτικό υλικό, 0% spam

Περισσότερα άρθρα στο The Cycling Journal

Εγγραφή

Εγγραφείτε για να λαμβάνετε πρώτοι όλα τα νέα άρθρα μας!

Σεβόμαστε το χρόνο σας: 100% ποιοτικό υλικό, 0% spam